O πρώην μυστικός πράκτορας Robert McCall (Denzel Washington) προσπαθεί να συμφιλιωθεί με τα φρικτά εγκλήματα που διέπραξε στο παρελθόν και βρίσκει παρηγοριά στο να αποδίδει δικαιοσύνη στο όνομα των αδύναμων. Καταλήγει στη Νότια Ιταλία όπου νιώθει σαν το σπίτι του, μέχρι που ανακαλύπτει ότι οι νέοι του φίλοι είναι υποχείρια της τοπικής μαφίας. Καθώς τα γεγονότα παίρνουν θανατηφόρα τροπή, ο McCall αντιλαμβάνεται πως πρέπει να τα βάλει με τη μαφία για να προστατέψει τους φίλους του.
Ο Robert McCall έχει κάνει μερικά πολύ κακά πράγματα στη ζωή του ως μυστικός πράκτορας και από τότε που παραιτήθηκε, αναζητά την εξιλέωση. Επιστρατεύοντας τις φονικές του δεξιότητες για λογαριασμό των αδύναμων, έχει εξελιχθεί στην έσχατη και μοναδική ελπίδα για πολλούς ανθρώπους που δεν μπορούν να στηριχτούν στις δικές τους δυνάμεις. Στο νέο Equalizer , που είναι, όπως δηλώνει και ο τίτλος, το τελευταίο κεφάλαιο της τριλογίας, γίνεται ξεκάθαρο ότι παρόλο που θέτει τον εαυτό του στην υπηρεσία των αδύναμων, η άσκηση βίας συνεχίζει να τον καθορίζει, κι αυτό είναι κάτι που πρέπει να αλλάξει. Έρχεται συνεχώς αντιμέτωπος με τους δαίμονές του , με τούτη την φορά , όμως να είναι λίγο πιο προσωπική.
Και μπορεί το πρώτο Equalizer να “πατούσε” στα μονοπάτια της παραδοσιακής ταινίας εκδίκησης, με τον μπαρουτοκαπνισμένο ήρωά μας, να αδυνατεί να δεχτεί την αδικία και να επεμβαίνει προκειμένου να επιβάλει την δικαιοσύνη με την βία, και με το δεύτερο να “ήθελε” να γίνει κάτι πιο στοχαστικό (λέμε τώρα), αλλά που με τούς αργούς ρυθμούς του και πατώντας σε οτι κλισέ υπάρχει σε αντίστοιχες ταινίες του είδους, έκανε την πλοκή της ταινίας να φανεί αρκετά προβλέψιμη, στο νεο Equalizer ο Fuqua – ευτυχώς (εν μέρει) – διπλασιάζει τον σοβαρό τόνο της πρώτης ταινίας, αλλά χάνει στούς πόντους με μια μονοσήμαντη απεικόνιση των ανταγωνιστών του. Ενισχυμένη από την χαρισματική μορφή του Denzel Washington, και με την ταινία να λειτουργεί ως direct sequel της πρώτης ταινιας , ο Fuqua ρίχνει στο μιξ λίγη έντονη κινηματογράφηση και σκηνογραφία μαζί με ένα καταπληκτικό soundtrack, στα όρια μιας ταινίας τρόμου, και μας προσφέρει ενα ultra-violent προϊόν εκδίκησης. Ο McCall που βλέπουμε εδώ δεν είναι πλέον ο καλοπροαίρετος καλός που θέλει να διορθώσει τα πράγματα στον κόσμο. Είναι τώρα ένας άγγελος εκδίκησης που φαίνεται να κερδίζει περισσότερη ικανοποίηση από τη βία παρά το καλό που μπορεί (ή μπορεί να μην) κάνει, μοιάζοντας περισσότερο με τον Creasy του Man on Fire.
Ο Fuqua το γνωρίζει (αυτό) πολύ καλά και η κινηματογράφηση στο 3ο Equalizer (του σπουδαίου Robert Richardson) είναι γεμάτη με “μαύρα” υψηλής αντίθεσης που υπογραμμίζουν την “τρύπα” στην καρδιά του ήρωά του, με το κυκλοθυμικό soundtrack του Marcelo Zarvos, το οποίο θα μπορούσε να είχε βγει από μια ταινία τρόμου, μάλιστα να υπογραμμίζει τις βίαιες ενέργειες όχι μόνο των κακών της ταινίας, αλλά και του πρωταγωνιστή της.
Παρά όμως τα (σχεδόν) αρκετά “καλά” της, η ταινία βρίσκει βράχια, που αλλού(;), στο σενάριό της, όπου οι σεναριογράφοι του μη εμπιστευόμενοι φρέσκες ιδέες, καταφεύγουν στην πεπατημένη των αμέτρητων sequel και remake, καταφέρνοντας ενα πλήγμα στήν ταινία και φέρνουν σε ενα μικρή αμηχανία ακόμα και ταλαντούχους συντελεστές της (σινέ) βιομηχανίας όπως ο Antoine Fuqua και ο Denzel Washington. Βλέπεται το πρώτο Equalizer , βγαίνοντας ακριβώς εναν μήνα πρίν την “εκπληξη” που άκουγε στο όνομα … John Wick… , ήθελε να συστήσει και να δώσει την απαραίτητη εξέλιξη σε έναν πιο low-key άγγελο εκδίκησης , με καλογραμμένους και ενδιαφέροντες χαρακτήρες που να την απαρτίζουν, ώστε ο θεατής να “κλειδώσει”. Αν και το εγχείρημα στέφθηκε με επιτυχία, και με την δεύτερη να χάνει το ενδιαφέρον της απο τις πολλές υποπλοκές, Fugua & Washington κερδίζουν ξανά την προσοχή μας – έστω και με τις απιθανότητες του σεναρίου – με μια top-tier παραγωγή και ενα slasher φινάλε μονταρισμένο και βουτηγμένο στο μαύρο ενός φίλμ νουάρ.
Το Equalizer 3 απέχει πολύ από το τέλειο, αλλά είναι ένα βήμα παραπάνω και ένα καλύτερο από το αποδεκτό τελευταίο κεφάλαιο. Δεν είμαι ακόμα σίγουρος ότι μπορούμε να πιστέψουμε τον ισχυρισμό ότι αυτό θα είναι το τέλος γιατί σίγουρα ανοίγει περισσότερες πόρτες από όσες κλείνει. Ως η τελευταία ταινία της σειράς Equalizer ανταποκρίνεται στον πήχη που έθεσε η πρώτη ταινία αλλά δεν μπορεί να τον ξεπεράσει. Αν και η αφήγηση δεν ανακαλύπτει εκ νέου τον κινηματογραφικό τροχό στο είδος που πρεσβεύει, η ποιότητα αυτής της παραγωγής – και φυσικά του Denzel – σε ένα όμορφο αλλά μυστηριώδες σκηνικό , στην πανέμορφη ακτή του Amalfi, είναι πρώτης τάξεως.
ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ: ★★★☆☆
– Ακόμα, μπορείτε να δείτε:
The Equalizer 3 Trailer
Share