Όταν το Guardians of the Galaxy Vol. 1 έκανε την εμφάνισή του για πρώτη φορά στο MCU, θεωρήθηκε ως ένα από τα μεγαλύτερα στοιχήματα/ρίσκο στο υπερηρωικό gerne που ειδικά τότε ήταν στα πολύ πάνω του. Μια ομάδα που μόνο οι πιο σκληροπυρηνικοί λάτρεις των κόμικ γνώριζαν, ο James Gunn της b-movie ταινίας Slither και της σουπερηρωικής (μαύρης) κωμωδίας Super (μικρό αδερφάκι τότε του Kick-Ass) … ολα τυλιγμένα σε ένα πολύχρωμο και φαντεζί concept με υπερβολικό χιούμορ (για ταινία της Marvel) . Και φυσικά κανείς δεν περίμενε την μεγάλη απήχηση και επιτυχία που είχε, πρίν απο (σχεδόν) 10 χρόνια! Τούτη λοιπόν η αξιαγάπητη μπάντα των λειτουργικά δυσλειτουργικών ηρώων του επιστρέφουν για το “κύκνειο άσμα” τους.
Με μουσική υπόκριση τις εκπληκτικές μουσικές του Awesome Mixtape #3, οι λατρεμένοι μας περιθωριακοί τύποι έχουν αλλάξει λιγάκι. Αφού εξαγόρασαν το Knowhere από τον Collector, οι Φύλακες έχουν βαλθεί να διορθώσουν την τρομερή ζημιά που προκάλεσε ο Thanos και είναι αποφασισμένοι να μεταμορφώσουν το Knowhere σε καταφύγιο, όχι μόνο για τους εαυτούς τους, αλλά και για όλους τους πρόσφυγες που έχουν εκτοπιστεί από αυτό το άκαρδο σύμπαν. Σημαντική είναι η απουσία του Peter Quill, που περιφέρεται στα μπαρ και καζίνο του Knowhere, προσπαθώντας να καταπνίξει τον καημό του για τον θάνατο της αγαπημένης του Gamora.
Δεν θα περάσει πολύς χρόνος μέχρι η απόπειρά τους για επιστροφή στην κανονικότητα να ανατραπεί από έναν νέο εχθρό: τον τρελό επιστήμονα που είναι γνωστός ως High Evolutionary και έχει άμεση σχέση με το ταραχώδες παρελθόν του Rocket. Μετά από χρόνια πειραματισμού με θύματα ανήμπορα ζώα, ο High Evolutionary έχει βαλθεί να επανακτήσει αυτό που νιώθει ότι του ανήκει, δηλαδή τον Rocket. Και φυσικά Οι Φύλακες συσπειρώνονται για να προστατέψουν τον Rocket με κάθε τίμημα … για τελευταία φορά.
Υπήρξαν – και υπάρχουν – διαφορετικές απόψεις σχετικά με τη 4η Φάση του MCU και τα διαφορετικά στάνταρτ ποιότητας. Το σίγουρο πάντως είναι ότι οι ταινίες της Marvel δεν είναι ίδιες. Αν και προσωπικά πιστεύω ότι οι θεατές συχνά παραμελούν την “επένδυση” της Marvel στήν χρυσή 10ετία που άλλαξε το είδος , καταλαβαίνω και συμπάσχω. Οι ταινίες της Marvel δεν έχουν τον ίδιο αντίκτυπο που είχαν εδώ και πολύ καιρό – με μερικές εξαιρέσεις . Και εκεί που φαίνεται οτι το στούντιο έχασε αυτή την αγάπη και το συναίσθημα που έβαζε στα project της , έρχονται οι Φύλακες να αποδείξουν ότι τίποτα απο τα δυο δεν έχει -τελικά – χαθεί.
Στην πραγματικότητα το δεύτερο sequel των Guardians , είναι αυτό που θυμούνται οι φαν τους , το οποίο έρχεται με “εσάνς” προηγούμενων “δοξασμένων” ημερών. Δεν έχει καμία νέα κατεύθυνση ή μια νέα αφετηρία, είναι απλά το τέλος του δρόμου που ξεκινήσαμε για πρώτη φορά το 2014. Είναι το κύκνειο άσμα του James Gunn και των Guardians προς το MCU. Ο Gunn ενώνει τα κομμάτια απο τότε που ακούστηκε το «Come and Get Your Love» των RedBone στούς κινηματογράφους , και μετά την post-Thanos εποχή , φτιάχνει ενα φίλμ ξεκαρδιστικό, συγκινητικό , που ξεχειλίζει από θέαμα , πιστό στίς “παραδόσεις” που οι θεατές ζητούν από τις ταινίες της Marvel. Μια υγιής κωμωδία με δυνατή δόση δράσης , με το χιούμορ και την τρέλα του Gunn να ταιριάζουν τέλεια στη Marvelική συνταγή , ώστε να γίνει (και αυτό) ενα απο τα δυνατά χαρτιά του κινηματογραφικού σύμπαντος της Marvel!
Μια από τις πιο εκπληκτικές πτυχές των Guardians of the Galaxy Vol. 3 είναι το πόσο βίαιο μπορεί να γίνει , με αποτέλεσμα αυτή τη φορά , ο Gunn και η παρέα του να βρίσκουν τη “λεπτή κόκκινη γραμμή” που χωρίζει το PG-13 και το R. Τα θέματα σε αυτήν την ταινία είναι πιο σκοτεινά , συγκινητικά αλλά και ποιό παρανοϊκά που έχουν υπάρξει ποτέ από οποιαδήποτε ταινία της Marvel. Δεν υπάρχει κατανόηση ή λύτρωση για τον villain τούτη τη φορά. Ο Chukwudi Iwuji, ως High Evolutionary, δίνει στο κοινό τον τέλειο κακοποιό για να τον μισήσει πλήρως. Ο Iwuji δεν προσφέρει ίχνη ελπίδας, κανένα λόγο για κατανόηση και καμία ουγγιά ελέους στους Φύλακες ή στο κοινό. Σου κεντρίζει την οργή και λούζεται σε αυτήν , με την υπέροχα πονηρή ερμηνεία του.
Εκτός από την ερμηνεία του, οι ενέργειες και οι φρικαλεότητες που διαπράττει ο High Evolutionary είναι τρομακτικές. Μερικά από τα πλάσματα αυτής της ταινίας είναι καθαρό καύσιμο για μια εφιαλτική και αριστοτεχνική αφήγηση, με το τελικό αποτέλεσμα να αφήνει μια στοιχειωμένη αίσθηση. Έξω από τη φρίκη, η βία είναι σπλαχνική! , με τούς Guardians να εκμεταλλεύονται πλήρως κάποιο “παραθυράκι” της Ένωσης Κινηματογράφου της Αμερικής που τους επιτρέπει να διαμελίζουν πλήρως, να ξεκοιλιάζουν πλάσματα σε μια έντονη παλέτα χρωμάτων. Και το καλύτερο είναι , οτι ποτέ δεν γίνεται περιττή ή υπερβολική.
Χιούμορ, χιούμορ, δράση και πολύ μουσική. Δύο χαρακτηριστικά που ακολουθούν την ταινία σε όλη την διαρκειά της, χώρις βέβαια να λείπουν οι συγκινητικές του στιγμές. Κατ‘ αρχήν να τονίσω οτι η ταινία διαθέτει ενα απο τα πιο συγκινητικά opening credits , με πρωταγωνιστή τον Baby Rocket , με την ταινία κυριολεκτικά να “χτίζεται” επάνω του. Και ναι , το 3ο Guardians μπορεί να μην παίρνει σε κανένα σημείο τον εαυτό του στα σοβαρά, αλλά σταματά εκεί που πρέπει, όταν οι ήρωες μας χωρίζονται και έρχονται αντιμέτωποι με τους προσωπικούς τους δαίμονες. Όλοι οι ηθοποιοί παίζουν σαν να μην πέρασε ούτε μια μέρα απο την τελευταία φορά που βρέθηκαν μαζί. Ο Drax, του Bautista εγγύηση , ο Star-Lord του Pratt λίγο πιο σοβαρός τούτη την φορά (#notallthetime) , αλλά Rocket και Nebula παίζει να είναι οι καλύτεροι χαρακτήρες , που γνωρίσαμε στο “franchise” των Guardians, αλλά και τούτου του κινηματογραφικού σύμπαντος. Ειδικά εδω!
Έξω από τα άυλα, όπως το συναισθηματικό ταξίδι μέσα από την σωστή αφήγηση και τις πολύ καλές ερμηνείες , είναι τα …. visuals!. Τα κοστούμια, τα props, τα set-pieces και o τέλειος συνδυασμός πρακτικών και CGI εφέ που ζωντανεύουν αυτούς τους γαλαξιακούς κόσμους και είδη , είναι σε πλήρη αρμονία. Υπάρχει μόνο άλλη μια ταινία που τα πάει καλύτερα στόν τομέα τούτον, αλλά οι Φύλακες επικεντρώνονται πολύ λιγότερο …. στο μπλε χρώμα .
Και μετά υπάρχει η δράση. Οι Guardians έχουν μερικές από τις καλύτερες σεκάνς δράσης που έχουμε απο τα στούντιο της Marvel. Χωρίς την κάμερα να σε ζαλίζει , χωρίς υπερβολικά cuts και οτιδήποτε άλλο που να σας απομακρύνει από τη δράση , με την χορογραφία φρέσκια και την κινηματογράφηση εξαιρετικά καθαρή , υπάρχουν όμορφες κινηματογραφικές σεκάνς σε όλη την ταινία …. αλλά υπάρχει και ένα (μονο)πλάνο για το οποίο όλοι θα μιλούν για χρόνια. Είναι εμβληματικό και καθορίζει το είδος. Σε συνδυασμό με την φωτογραφία , τη μουσική – που και εδω κάνει μια μίνι έκπληξη , καθώς αφήνει τα καθαρά 70s και παίζει μπαλίτσα στα 80s , 90s αλλά και early 00s (Faith No More , Beastie Boys, Radiohead , The Flaming Lips) και το sound design, η ταινία γίνεται ένα επικό ταξίδι στο σύμπαν που μοιάζει περισσότερο με μια βόλτα παρά με μια ταινία. Αν μπορούμε να προσάψουμε μερικά “λαθάκια” (δεν είναι ολα ρόδινα) , είναι τα ορισμένες φορές τραβηγμένα “αστεία” , ο Adam Warlock που με πέταγε έξω σχεδόν σε κάθε σκηνή που εμφανιζόταν αλλά και η φορτωμένη τρίτη πράξη της ταινίας , η οποία μαζί με το λεγόμενο “battle fatigue” , εκτοξεύουν την διάρκεια στα 150 λεπτά και αφαιρούν λίγους πόντους απο το πόνημα του Gunn.
Μετά την τριλογία του Captain , το Guardians of the Galaxy Vol. 3 , μπορεί να υπερηφανεύεται οτι είναι η καλύτερη τριλογία υπερηρώων και μια από τις καλύτερες τριλογίες του υπερ-ηρωικού σινεμά. Ο Gunn βασίζεται στην ιστορία που ξεκίνησε στην πρώτη ταινία και κλείνει όμορφα την τριλογία του , διατηρεί ολα τα στοιχεία που έκαναν την μεγάλη επιτυχία και προσθέτει ακόμα παραπάνω συναίσθημα , χιούμορ και δράση. Ενα πραγματικό υπερθέαμα αντάξιο της φήμης της Marvel, που όμως έχει δική του ταυτότητα, την οποία δεν χάνει ποτέ , ενω προσφέρει πλήρως όλα όσα θα θέλατε από μια ταινία …. and then some!
ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ: ★★★✬☆
Ακόμα, μπορείτε να δείτε:
Guardians of the Galaxy Vol. 3 Trailer
Share